Σύνδρομο υπερκινητικότητας



Το Σύνδρομο Υπερκινητικότητας – Παρορμητικότητας εμφανίζεται παγκοσμίως σε ένα ποσοστό που ανέρχεται σε 3 - 6%, ανεξάρτητα από τον τόπο καταγωγής και τον πολιτισμό τους. Εξαιτίας της διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας και αντιμετώπισης παιδιών με τέτοια σύνδρομα, σε κάποιες άλλες χώρες το ποσοστό φέρεται να είναι πολύ υψηλό και σε άλλες σημαντικά χαμηλό.

Ανεξάρτητα πάντως με το τι υποκειμενικά ορίζεται ως «υπερκινητικότητα», υπάρχουν κάποιοι αντικειμενικοί «δείκτες» για να σας προειδοποιήσουν για το αν το παιδί σας παρουσιάζει συμπτώματα του Συνδρόμου.

Θα πρέπει λοιπόν να αποταθείτε σε ειδικό όταν το παιδί σας α) είναι αγόρι (το ποσοστό με τα κορίτσια είναι 3:1) β) κινεί συνέχεια τα άκρα του ή στριφογυρίζει στη θέση του γ) πηγαινοέρχεται ασταμάτητα δ) δεν κάθεται πολλή ώρα σε μία καρέκλα ή στο θρανίο του στον παιδικό σταθμό ή το σχολείο ε) δεν μπορεί να παίζει ήσυχα μόνο του στ) μιλάει ασταμάτητα ζ) διακόπτει συνέχεια μία συζήτηση ή απαντά προτού να ολοκληρωθεί η ερώτηση που του κάνουν.

Θα πρέπει να ξέρετε ότι τα συμπτώματα ξεκινούν από τον δεύτερο χρονο του παιδιού, αλλά παγιώνονται και μπορούν να αξιολογηθούν από τα τρία έτη και μετά. Σημειώνεται ότι η χρήση κινητού σχετίζεται με το σύνδρομο υπερκινητικότητας, μια και έρευνα του Πανεπιστημίου UCLA της Καλιφόρνια και τους Aarhus της Δανίας έδειξαν ότι όσες έγκυες μιλάνε στο κινητό 2-3 φορές τη μέρα αυξάνουν τις πιθανότητες το παιδί να παρουσιάσει υπερκινητικότητα αλλά και προβλήματα έκφρασης.

Επίσης, παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει είναι η διατροφή, αφού σύμφωνα με έρευνα του βρετανικού Πανεπιστημίου του Southampton, ορισμένες χρωστικές ουσίες που βρίσκονται στα τρόφιμα (π.χ φρουτοποτά) είναι δυνατόν να επιδεινώσουν τα συμπτώματα υπερκινητικότητας.