Η εγκυμοσύνη μπορεί να προκαλέσει ψυχαναγκαστική διαταραχή!

Σε ορισμένες γυναίκες η εγκυμοσύνη μπορεί να επιδεινώσει ή και να προκαλέσει συμπτώματα ψυχαναγκαστικής διαταραχής, σύμφωνα με ερευνητές που αναφέρουν, ότι σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν ασυνήθεις ορμονικές αλλαγές.

Η ψυχαναγκαστική διαταραχή ή ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (ΙΨΔ), είναι μια αγχώδης κατάσταση κατά την οποία οι άνθρωποι έχουν έντονες, ανεπιθύμητες σκέψεις οι οποίες τους υποχρεώνουν να επαναλαμβάνουν κινήσεις ρουτίνας και να τις κάνουν με τελετουργικό τρόπο ξανά και ξανά. Για παράδειγμα, μια εμμονή με τα μικρόβια ή την καθαριότητα, μπορεί να οδηγήσει το άτομο να πλένει τα χέρια του συνεχώς όλη την ημέρα!

Στη μελέτη, που έγινε από τη Δρ Ariadna Forray, της ιατρική σχολής του πανεπιστημίου του Yale στο Κονέκτικατ και την ομάδα της, χρησιμοποιήθηκαν αρχεία και συνεντεύξεις 126 γυναικών που παρακολουθήθηκαν για ΙΨΔ. Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι 78 από αυτές δεν είχαν καμία εγκυμοσύνη, ενώ 48 (38%) εμφάνισαν τα συμπτώματα όταν ήταν ήδη σε ενδιαφέρουσα ή αμέσως μετά τη γέννηση του παιδιού τους. Οι γυναίκες όμως, με προϋπάρχουσα διαταραχή, εμφάνισαν επιδείνωση της κατάστασής τους στο 1/3 του χρόνου που αναμενόταν φυσιολογικά αυτή.

Δεν είναι γνωστό για πιο λόγο υπάρχουν οι εν λόγω διαφορές ως προς την ευαισθησία που έχουν κάποιες γυναίκες στις ορμόνες οι οποίες παροξύνουν τα συμπτώματα της νόσου, αλλά θα μπορούσαν να εντοπιστούν στα ρυθμιστικά αναπαραγωγικά τους γονίδια.

Η Forray επισημαίνει ότι οι ασθενείς με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και οι γιατροί τους, πρέπει να γνωρίζουν ότι σε ενδεχόμενη εγκυμοσύνη μπορεί να υπάρξουν επεισόδια επιδείνωσης, ιδιαίτερα αν εμφανίζουν παρόξυνση κατά την προεμμηνορρυσιακή περίοδο.

Το πρότυπο θεραπείας της ασθένειας περιλαμβάνει γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, αντικαταθλιπτική και αγχολυτική αγωγή.

Το άγχος στην εγκυμοσύνη, ιδιαίτερα εάν είναι η πρώτη, είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο, όμως εάν ορισμένες σκέψεις και συμπεριφορές – όπως ανησυχίες για την καθαριότητα, την τάξη ή την ευημερία - εμφανίζονται με τη μορφή δυσφορίας αμέσως μετά τη σύλληψη ή τη γέννα του μωρού, τότε πρέπει να υπάρξει παρέμβαση γιατρού.