Επέμβαση στο θυρεοειδή: Απαραίτητη μια διαφορετική προσέγγιση




Ευχαριστούμε τον κ. Κυριάκο Βαμβακίδη, χειρουργό ενδοκρινών αδένων, διευθυντή τμήματος Χειρουργικής Ενδοκρινών Αδένων Νοσοκομείου "Ερρίκος Ντυνάν" (drvamvakidis.gr).

Τα νεοπλάσματα του θυρεοειδούς αδένα αποτελούν τη συχνότερη ένδειξη της χειρουργικής του θυρεοειδούς αδένα. Η ολική θυρεοειδεκτομή με ή χωρίς λεμφαδενικό καθαρισμό και η συχνά επιβεβλημένη συμπληρωματική αγωγή με ραδιενεργό ιώδιο είναι συνήθως επαρκείς για την θεραπεία του ασθενούς που πάσχει από θηλώδη ή θυλακιώδη καρκινώματα.
Επέμβαση στο θυρεοειδή: Απαραίτητη μια διαφορετική προσέγγιση
Μια τελείως διαφορετική προσέγγιση όμως είναι αναγκαία στις περιπτώσεις του σπανιότερου μυελοειδούς καρκινώματος που απαντάται σε ένα ποσοστό 3-5% των νεοπλασμάτων του θυρεοειδούς αδένα. Το μυελοειδές καρκίνωμα σε ένα ποσοστό 70-75% περίπου είναι σποραδικό ενώ το υπόλοιπο 25-30% εμφανίζεται στα πλαίσια του συνδρόμου της πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας τύπου 2 (ΜΕΝ2).

Στις περιπτώσεις του ΜΕΝ2 μπορούν να συνυπάρχουν δύο νοσολογικές οντότητες που πρέπει να διερευνηθούν πριν ο χειρουργός προχωρήσει στην αφαίρεση του θυρεοειδούς.
Η πρώτη είναι το φαιοχρωμοκύτωμα (ένας όγκος των επινεφριδίων, καλοήθης στο 90% των περιπτώσεων) που εμφανίζεται στο 50% των ασθενών αυτών και μπορεί να είναι ετερόπλευρο ή αμφοτερόπλευρο, ενώ η δεύτερη είναι ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός που εμφανίζεται στο 20-30% των ασθενών αυτών και μπορεί να έχει την μορφή αδενώματος ή υπερπλασίας περισσοτέρων παραθυρεοειδών αδένων.

Συνήθως η εμφάνιση των ανωτέρω ακολουθεί μετά από χρόνια από την εμφάνιση του μυελοειδούς αλλά σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να προϋπάρχει ή σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις ακόμα και να προηγείται της εμφάνισης του μυελοειδούς.

Στην περιπτώσεις της διόγκωσης των παραθυρεοειδών αδένων (αδενώματα/υπερπλασία) ο χειρουργός καλό είναι να γνωρίζει την συνύπαρξή τους ώστε να τους αφαιρέσει κατά την θυρεοειδεκτομή.

Στις περιπτώσεις του φαιοχρωμοκυτώματος υπάρχει επιτακτική ανάγκη να αποκλείσουμε ή να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξή του πριν το χειρουργείο. Ο λόγος είναι ότι αν ο ασθενής πάσχει ταυτοχρόνως από φαιοχρωμοκύτωμα και υποβληθεί σε θυρεοειδεκτομή για το μυελοειδές καρκίνωμα θυρεοειδούς τότε κινδυνεύει κατά την διάρκεια του χειρουργείου από παροξυσμική αύξηση της αρτηριακής πίεσης που δύσκολα ελέγχεται και μπορεί να έχει μοιραίο αποτέλεσμα. Πρέπει λοιπόν σε συνεννόηση με τον θεράποντα Ενδοκρινολόγο να δρομολογηθούν προεγχειρητικά οι απαραίτητες βιοχημικές και απεικονιστικές εξετάσεις για τον αποκλεισμό του φαιοχρωμοκυτώματος ώστε ο ασθενής να χειρουργηθεί με ασφάλεια.

Στην περίπτωση που διαπιστωθεί η συνύπαρξη του φαιοχρωμοκυτώματος τότε ο ασθενής θα πρέπει να υποβληθεί πρώτα σε επινεφριδιεκτομή και μετά σε δεύτερο χρόνο σε αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα μετά τουλάχιστον των κεντρικών τραχηλικών λεμφαδένων.

Η θυρεοειδεκτομή για μυελοειδές καρκίνωμα συχνότατα συμπεριλαμβάνει και την αφαίρεση όχι μόνο κεντρικών αλλά και πλάγιων τραχηλικών λεμφαδένων. Κριτήρια για την επιλογή της ενδεδειγμένης έκτασης του λεμφαδενικού καθαρισμού είναι η βασική τιμή καλσιτονίνης και η προεγχειρητική χαρτογράφηση λεμφαδένων στην περιοχή του τραχήλου.

Εν κατακλείδι όταν ο χειρουργός έρθει σε επαφή με ασθενή πάσχοντα από μυελοειδές καρκίνωμα θυρεοειδούς πρέπει πρώτα να αποκλείσει την συνύπαρξη του φαιοχρωμοκυτώματος μετά από συνεννόηση με τον θεράποντα ενδοκρινολόγο και στη συνέχεια να προχωρήσει στην κατάλληλη χειρουργική θεραπεία ολικής θυρεοειδεκτομής απαραίτητα πλαισιωμένης από λεμφαδενικό καθαρισμό.


Πηγή: Capital.gr