Καρκίνος του μαστού και εγκυμοσύνη

Ο καρκίνος του μαστού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι ένα σπάνιος. Σήμερα ωστόσο υπάρχουν περισσότερες περιπτώσεις μια και η ηλικία πρώτης εγκυμοσύνης είναι μεγαλύτερη.

Η πρόγνωση σήμερα είναι η ίδια που ισχύει και για μια μη έγκυο γυναίκα. Είναι ένας καρκίνος της νέας γυναίκας, κατά γενικό κανόνα επιθετικότερος και η διάγνωσή του καθυστερημένη διότι δεν βρισκόμαστε σε ψυχολογία προληπτικού ελέγχου αλλά μητρότητας.

Η θεραπεία καταρτίζεται από κοινού από τον ογκολόγο και τον γυναικολόγο ανάλογα με το στάδιο της εγκυμοσύνης, του τύπου του καρκίνου και του μεγέθους του όγκου. Πολύ συχνά υπάρχει ένδειξη και χημειοθεραπείας και οφείλει ο γυναικολόγος να συνδυάσει κατά τον καλύτερο τρόπο τη θεραπεία με τη συνέχιση της εγκυμοσύνης.

Σε περίπτωση διάγνωσης στην αρχή της εγκυμοσύνης, τίθεται το ζήτημα της διακοπής της κύησης. Αυτή η διακοπή μπορεί να καταστεί απαραίτητη αν χρειάζεται επειγόντως χημειοθεραπεία. Η χημειοθεραπεία είναι όντως τοξική για το έμβρυο που βρίσκεται στο στάδιο σχηματισμού του και μπορεί να προκαλέσει υψηλό ποσοστό συγγενών ανωμαλιών.

Αν ωστόσο, η γυναίκα επιθυμεί να συνεχίσει την εγκυμοσύνη της, δύο επιλογές είναι δυνατές: είτε να περιμένει να μπει στο δεύτερο τρίμηνο για να ξεκινήσει τη χημειοθεραπεία, είτε να περιοριστεί προσωρινά στη χειρουργική επέμβαση και να περιμένει το τέλος της εγκυμοσύνης για να ξεκινήσει συμπληρωματικές θεραπείες. Όταν μπει στο δεύτερο τρίμηνο, μπορούμε σε αυτές τις ασθενείς να χορηγήσουμε χημειοθεραπεία.

Το ίδιο και στο τρίτο τρίμηνο. Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η χημειοθεραπεία είναι πολύ καλύτερα ανεκτή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, οι γυναίκες δεν έχουν κρίσεις εμετού και η γενική τους κατάσταση παραμένει εξαιρετική.

Οι συνεδρίες χημειοθεραπείας σταματούν στις 2 έως 3 εβδομάδες που προηγούνται του τοκετού και ξαναρχίζουν 2 έως 3 εβδομάδες αργότερα. Σήμερα, δεν επισπεύδουμε πλέον τον τοκετό αλλά προσπαθούμε να ξεπεράσουμε τις 37 – 38 εβδομάδες.

Εξορκισμός του κακού (καρκίνος του μαστού) και προστασία του καλού (εγκυμοσύνη): ψυχολογικές δυσκολίες

Το πρόβλημα δεν είναι ιατρικής φύσης. Είναι ο συνδυασμός εγκυμοσύνης και καρκίνου με ό, τι αυτό συνεπάγεται, μια περίπλοκη κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς. Δεν είναι εύκολο γι’ αυτές να διαχειριστούν ταυτόχρονα, τον καρκίνο , τη χημειοθεραπεία και την εγκυμοσύνη, Σε όλα αυτά αφιερώνεται ο μεγάλο μέρος των επισκέψεων στο ιατρό.

Η επιθυμία της μητέρας να δώσει ζωή, αποδεικνύεται συχνά ότι έχει μεγάλη δύναμη. Η παρουσία του παιδιού αποτελεί στήριξη και κίνητρο γιατί αυτές οι γυναίκες μιλούν περισσότερο για το μωρό τους παρά για τον καρκίνο. «Όταν έμαθα ότι μπορούσα να κρατήσω το μωρό μου, είπα στον εαυτό μου ότι είχα την υποχρέωση να παλέψω.

Δεν με ενδιέφερε παρά μόνο αν η ανάπτυξή του θα εξελισσόταν ομαλά. Πιστεύω ότι η γυναίκα πρέπει να ακούει την καρδιά της αν επιθυμεί να κρατήσει το μωρό της», εξομολογείται μια ασθενής. Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις όπου η εγκυμοσύνη πρέπει να διακοπεί για λόγους που συνδέονται με τον καρκίνο.

Τα πράγματα τότε γίνονται δυσκολότερα και για τον σύζυγο. Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις ορισμένες ασθενείς επιλέγουν να μη συνεχίσουν την εγκυμοσύνη τους παρά το γεγονός ότι οι ιατροί είναι καθησυχαστικοί. Άλλες δυσκολίες ανακύπτουν στην περίοδο μετά την εγκυμοσύνη, που οι μητέρες οφείλουν να συνεχίσουν τις θεραπείες τους. Οι γυναίκες δεν μπορούν να θηλάσουν , κάτι που είναι δύσκολο για ορισμένες, έχουν την εντύπωση ότι τους κλέβουν το ρόλο στη φροντίδα του μωρού τους.

Ανίχνευση του καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης

Συχνά ο όγκος ανιχνεύεται κλινικά. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, πρέπει να γίνει κλινική εξέταση μαστού. Στη συνέχεια η εξέταση συμπληρώνεται με υπερηχογράφημα μαστού και παρακέντηση. Πιθανώς να συσταθεί και μαγνητική μαστογραφία.

Να θυμάστε: αν ο γιατρός σας δεν το πράξει, θυμηθείτε να τού ζητήσετε εσείς να εξετάσει το στήθος σας στην αρχή της εγκυμοσύνης.

Διάγνωση καρκίνου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης

Παρότι το ποσοστό παραμένει πολύ χαμηλό, η πιθανότητα καρκίνου του μαστού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι μια στις 1000. Η Καναδική Εταιρεία Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (SOGC) ενθαρρύνει όλες τις γυναίκες να κάνουν αυτοεξέταση του στήθους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και κατά τη γαλουχία, επειδή σημαντικό ποσοστό όγκων εντοπίζονται έτσι.

Σε περίπτωση αμφιβολίας, οι διαγνωστικές εξετάσεις (υπερηχογράφημα, μαστογραφία με θωράκιση της κοιλιακής χώρας για την προστασία του μωρού, η βιοψία) δεν πρέπει να αναβάλλονται.

Μόλις γίνει η διάγνωση, η αντιμετώπιση εξαρτάται από αρκετές παραμέτρους οι οποίες εκτιμώνται από τον ογκολόγο, τον ακτινοθεραπευτή, τον γυναικολόγο-μαιευτήρα και το ζεύγος. Στόχος είναι να δοθούν στην έγκυο γυναίκα οι ίδιες πιθανότητες ίασης που θα είχε και αν δεν ήταν έγκυος.

Οι αποφάσεις της μητέρας, του ζευγαριού και της ιατρικής ομάδας πρέπει να λαμβάνονται με απόλυτη εμπιστοσύνη και στο πλαίσιο ειλικρινούς ενημέρωσης. Συμπερασματικά:

Όταν η διάγνωση γίνεται στην αρχή της εγκυμοσύνης, η ασθενής πρέπει να ενημερωθεί για τις επιδράσεις της θεραπείας στο έμβρυο. Η διακοπή της κύησης πρέπει να συζητείται με τη μέλλουσα μητέρα. Σύμφωνα με αρκετές μελέτες, η πρόγνωση της νόσου της μητέρας δεν θα επηρεαστεί από μια τέτοια απόφαση. Όμως έχει μια ιατρική αιτιολογία όταν η εγκυμοσύνη καθιστά δυσχερή την εφαρμογή των καλυτέρων θεραπευτικών μεθόδων.

Η ακτινοθεραπεία θεωρητικά απαγορεύεται, ακόμα και αν η ακτινοβόληση του θωρακικού τοιχώματος υπό ορισμένες προϋποθέσεις είναι δυνατή (δοσιμετρία, ηλικία κύησης).

Η χημειοθεραπεία απαγορεύεται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου λόγω κινδύνου συγγενούς ανωμαλίας του εμβρύου. Στο ήμισυ περίπου των περιπτώσεων συνιστάται η ιατρική διακοπή της κύησης.

Μετά το πρώτο τρίμηνο, η χημειοθεραπεία είναι δυνατή υπό την επίβλεψη και του γυναικολόγου. Η χειρουργική επέμβαση δεν έχει αντενδείξεις. Η ακτινοθεραπεία όμως θα γίνει μετά τον τοκετό. Ο τοκετός τις περισσότερες φορές λαμβάνει χώρα το συντομότερο δυνατόν ανάλογα με τη βιωσιμότητα του εμβρύου.

Πηγή: www.iator.gr