Κατάθλιψη και θηλασμός





Λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας στους πέντε ενήλικες βιώνει κάποτε κατάθλιψη, η κατάθλιψη στις γυναίκες που γέννησαν πρόσφατα είναι μια όχι σπάνια κατάσταση και ευτυχώς δεν αποτελεί πια το κοινωνικό στίγμα που σήμαινε άλλοτε.

Κάθε λεχώνα που εμφανίζει κατάθλιψη πρέπει να ελέγχεται για προβλήματα από το θυρεοειδή, ειδικά αν δεν είχε ποτέ συμπτώματα πριν από την εγκυμοσύνη.

Όταν μιλάμε για κατάθλιψη και θηλασμό αναφερόμαστε σε τρεις βασικές καταστάσεις:
α) την περίοδο μετάβασης στη μητρότητα, που αφορά τις περισσότερες μητέρες και συνοδεύεται από στιγμές όπου τα πάντα φαίνονται δύσκολα,
β) την κλινική κατάθλιψη,
γ) την ψύχωση με παραλήρημα και ψευδαισθήσεις.


Η προσαρμογή στη μητρότητα


Οι περισσότερες γυναίκες βιώνουν κάποιες στιγμές λύπης, απελπισίας, άγχους, αλλαγής διάθεσης, αϋπνίας, ανορεξίας, τις πρώτες μέρες έως εβδομάδες που ακολουθούν τη γέννηση του μωρού τους. Αυτό οφείλεται οπωσδήποτε στην πολύ απότομη ορμονική αλλαγή που συμβαίνει στο σώμα τους με τον τοκετό. Οφείλεται επίσης και στο ότι συνειδητοποιούν ότι η ζωή τους άλλαξε για πάντα. Σπάνια μια γυναίκα στη δυτική κοινωνία έχει επαφή με το τι σημαίνει μητρότητα, πέρα από την ευκαιρία να αγοράσει όμορφα μωρουδιακά και να χαϊδεύει ένα μυρωδάτο μωρό.

Το μωρό, ειδικά το πρώτο μωρό, είναι μια φοβερή ανατροπή, εν μέρει μια απογοήτευση και ταυτόχρονα η πρώτη ευθύνη την οποία οι μητέρες δεν μπορούν να αποποιηθούν. Ως τώρα δεν είχε συμβεί κάτι τόσο οριστικό και καθοριστικό στη ζωή τους. Μπορείς ανά πάσα στιγμή να χωρίσεις το σύντροφό σου, να μην ξαναμιλήσεις σε γονείς και φίλους, να εγκαταλείψεις σπουδές, να αλλάξεις δουλειά, σπίτι ή και ήπειρο. Όταν όμως έρθει το μωρό, πρέπει να το υποδεχθείς και να αφιερώσεις με αγάπη και αυτοθυσία μερικά χρόνια από τη ζωή σου στο μεγάλωμά του, γιατί τα μωρά μεγαλώνουν δύσκολα και μόνο η αφοσίωση των οικείων τους και κυρίως της μαμάς τους τα κρατά ζωντανά.

Συνειδητοποιώντας όλα αυτά η νέα μητέρα, όσο κι αν λαχταρούσε το μωρό της κι όσο κι αν το αγαπά, μπορεί να πέσει τουλάχιστον σε περισυλλογή. Σε κάποιες περιπτώσεις τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα.


Η κλινική κατάθλιψη

Εάν όσα προαναφέρονται αφορούν σχεδόν την πλειονότητα των γυναικών τον πρώτο καιρό μετά τη γέννα, αρκετές άλλες, σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς το 1 - 20% των γυναικών που γέννησαν, εμφανίζουν κλινική κατάθλιψη συνήθως μετά την τρίτη ημέρα από τη γέννα.

Οι ορμόνες, η δύσκολη καθημερινότητα του να φροντίζεις ένα πλήρως εξαρτημένο μωρό, η έλλειψη ύπνου και η απώλεια ελέγχου της ζωής της, κάνουν τη γυναίκα να είναι επιρρεπής στην κατάθλιψη.

Επιβαρυντικοί παράγοντες για εμφάνιση κατάθλιψης στη λεχώνα θεωρούνται η απουσία οικογενειακών δομών που να τη στηρίζουν, διαταραγμένες σχέσεις με τον πατέρα του μωρού, προωρότητα και ιστορικό κατάθλιψης σε προηγούμενη γέννα.

Ανθρωπολογικές και ψυχολογικές έρευνες δείχνουν πως ο βασικότερος λόγος για την εμφάνιση της κατάθλιψης, είναι η αποτυχία της δυτικής κοινωνίας να στηρίξει υλικά και συναισθηματικά τη νέα μητέρα.

Η κλινική κατάθλιψη εκδηλώνεται με αϋπνία, κόπωση, μεγάλες αλλαγές θυμικού –θυμό και κλάμα να εναλλάσσονται-, έλλειψη ενδιαφέροντος για τη ζωή, πονοκέφαλο. Μπορεί επίσης να εμφανιστεί πανικός, φόβος μήπως η ίδια δεν είναι σε θέση να φροντίσει το μωρό ή μήπως του κάνει κακό. Όταν το μωρό κλαίει (όπως κάθε μωρό) ή εάν δεν αναπτύσσεται γρήγορα, η γυναίκα μπορεί να νιώθει πως είναι η χειρότερη μητέρα.

Οι γυναίκες που θηλάζουν φαίνεται πως εμφανίζουν κατάθλιψη σπανιότερα από εκείνες που δίνουν ξένο γάλα, κυρίως όταν οι δεύτερες βιώνουν τη χορήγηση ξένου γάλακτος σαν προσωπική αποτυχία και ματαίωση του ονείρου τους να θηλάσουν.

Η θεραπευτική προσέγγιση συμπεριλαμβάνει υποστήριξη με ψυχοθεραπεία, φάρμακα –τα περισσότερα είναι συμβατά με το θηλασμό– και ευαισθητοποίηση του συντρόφου και της οικογένειας για υποστήριξη. Η ψυχοθεραπεία είναι απαραίτητη για να καταλάβει η μητέρα τι φταίει μέσα της και δεν μπορεί να εξελιχθεί παράλληλα με τις αλλαγές που φέρνει η ζωή της.

Η ομοιοπαθητική και τα ανθοϊάματα Bach βοηθούν επίσης πολύ, καθώς και ο ύπνος και ο χρόνος που κυλά.